Πολλοί πιστεύουν ότι τα βακτήρια είναι βλαβερά μικρόβια που αλλοιώνουν την τροφή μας και προκαλούν ασθένειες. Η αλήθεια είναι ότι πολλά απ’ αυτά είναι ωφέλιμα για την υγεία και βρίσκονται κυρίως στο πεπτικό μας σύστημα. Πρώτος παρατήρησε τον θετικό ρόλο των «ωφέλιμων βακτηριδίων» στο έντερο ο Ρώσος Νομπελίστας Eli Metchnikoff το 1907.

Το έντερο του ανθρώπου περιέχει τρισεκατομμύρια βακτηριδίων, πάνω από 400 είδη και τα οποία είναι δεκαπλάσια από τα κύτταρα του οργανισμού και ζυγίζουν συνολικά περίπου ένα κιλό!!

Διαταραχή στην ισορροπία των βακτηριδίων του εντέρου, μπορεί να συμβεί σε περιόδους με έντονο στρες, στην λήψη αντιβιοτικών, την ύπαρξη συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου, ελκώδους κολίτιδας κ.λπ.

Τι είναι λοιπόν τα προβιοτικά;
Πρόκειται για ζωντανούς μικροοργανισμούς που βρίσκονται σε τροφές και συμπληρώματα και σε κατάλληλες ποσότητες, ασκούν ευεργετική δράση στον οργανισμό, βελτιώνοντας την ισορροπία των εντερικών βακτηριδίων.
Είναι διαθέσιμα με τη μορφή γαλακτοκομικών προϊόντων ( γιαούρτι, εμπλουτισμένα γάλατα και ροφήματα που έχουν υποστεί ζύμωση), καθώς επίσης και ως συμπληρώματα με τη μορφή υγρών , ταμπλέτας ή σκόνης.
Πρέπει να είναι ανθεκτικά στα γαστρικά υγρά για να μπορούν να φτάσουν στο έντερο προκειμένου να δράσουν.

Τα συνήθη βακτήρια που χρησιμοποιούνται ως προβιοτικά είναι τα εξής:
• Bifidobacterium Lactobacillus
• Lactococcus ( πηγές: γάλα και γαλακτοκομικά)
• Streptococcus Thermophillus
• Enterococcus ( χρησιμοποιείται στη ρύθμιση της διάρροιας )
• Saccharomyces ( μαγιά για τη ρύθμιση της διάρροιας από αντιβιοτικά )

Οι καλλιέργειες του Lactobacillus Bulgaricus & Streptococcus Thermophillus χρησιμοποιούνται για την ζύμωση του γάλακτος σε γιαούρτι.
Οι ποικιλίες αυτές δεν είναι πολύ ανθεκτικές στο όξινο περιβάλλον του στομάχου και του λεπτού εντέρου γι’ αυτό δεν έχουν προβιοτική δράση στο γαστρεντερικό μας σύστημα. Φαίνεται όμως να βελτιώνουν την πέψη της λακτόζης σε άτομα με υπολακτασία και έχουν μερική ανοσοποιητική δράση. Γι’ αυτό συχνά αποκαλούνται « προβιοτικά».

Πως δρουν;
Τα προβιοτικά ανταγωνίζονται τα επικίνδυνα βακτήρια του εντέρου μας, στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν τροφή και χώρο για να αναπτυχθούν, με αποτέλεσμα να περιορίζουν και να μειώνουν σημαντικά την αύξηση των παθογόνων μικροοργανισμών.
Ενισχύουν επίσης το ανοσοποιητικό μας σύστημα ώστε να είναι ικανό να αντιμετωπίζει καλλίτερα τις μολύνσεις, βελτιώνουν την λειτουργία του εντερικού βλεννογόνου και μας βοηθούν να χωνέψουμε τις φυτικές ίνες που προσλαμβάνουμε με τις τροφές, παράγοντας ενώσεις οξέων, που διατηρούν το περιβάλλον του εντέρου υγιές.

Ποιος είναι ο ρόλος τους στην υγεία;
Όταν χρησιμοποιούμε αντιβιοτικά προκαλούνται μεγάλες αλλαγές στην ισορροπία του εντέρου, οι οποίες συχνά οδηγούν σε διάρροια. Υπεύθυνο θεωρείται κυρίως το Clostridium difficille, του οποίου τα στελέχη αυξάνονται με ταχύτατο ρυθμό στην εντερική χλωρίδα, παράγοντας μεγάλη ποσότητα τοξίνης.
Ένα σύνολο από 25 διαφορετικές μελέτες, έδειξε ότι τα προβιοτικά μπορούν να προστατέψουν τον οργανισμό μας από τις διάρροιες. Η λήψη τους θα πρέπει να αρχίζει αμέσως με την έναρξη της αντιβίωσης και να συνεχίζεται μία εβδομάδα μετά το τέλος της θεραπείας.
Μία νέα ανακάλυψη είναι η δράση των προβιοτικών κατά του Helicobacter Pylori, ενός παθογόνου μικροοργανισμού που ευθύνεται για την γαστρίτιδα τύπου Β, τα πεπτικά έλκη και τον γαστρικό καρκίνο. Σε εργαστηριακές μελέτες με πειραματόζωα, τα προβιοτικά ( βακτήρια του γαλακτικού οξέος ) μπορούν να εμποδίσουν την ανάπτυξη του ελικοβακτηριδίου του πυλωρού και να μειώσουν τη δράση του. Στον άνθρωπο, η δράση των προβιοτικών σε συνδυασμό με την αντιβιοτική θεραπεία, φαίνεται να μειώνουν τις παρενέργειες και τον κίνδυνο επανεμφάνισης του.
Μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού υποφέρει από το σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου, το οποίο εκφράζεται με σοβαρή διάρροια ή δυσκοιλιότητα και μετεωρισμό και οφείλεται σε μεταβολές στην ισορροπία των εντερικών βακτηριδίων. Πρόσφατα δημοσιευμένες μελέτες αποδεικνύουν ότι η χρήση συγκεκριμένων προβιοτικών βελτίωσε αποτελεσματικά τα συμπτώματα της νόσου, κυρίως του μετεωρισμού, του κοιλιακού πόνου, της δυσφορίας και της συνήθειας του εντέρου. Συνήθως συστήνεται η πρόσληψη προβιοτικών δοκιμαστικά για τέσσερις εβδομάδες και εάν δεν υπάρξουν θετικά αποτελέσματα, προτείνεται η διακοπή ή η αλλαγή του προβιοτικού.
Η ελκώδης κολίτιδα και η νόσος Crohn χαρακτηρίζονται από σοβαρές διάρροιες και μεγάλες διαταραχές στην ισορροπία της εντερικής χλωρίδας, συμπεριλαμβανομένης και της μόλυνσης.
Μερικές μελέτες υποστηρίζουν ότι τα προβιοτικά παίζουν καθοριστικό ρόλο στην θεραπεία και την προφύλαξη από τα νοσήματα αυτά. Μεγαλύτερες πιθανότητες συγκλίνουν στην θετική τους δράση στην ελκώδη κολίτιδα αλλά όχι στην νόσο Crohn. Ωστόσο απαιτείται περαιτέρω κλινική έρευνα για την υιοθέτηση μιας συγκεκριμένης οδηγίας .
Η δυσανεξία στη λακτόζη αποτελεί πρόβλημα για περισσότερο από το 70% του παγκόσμιου πληθυσμού. Τα προβιοτικά και το γιαούρτι έδειξαν να βελτιώνουν την πέψη των γαλακτοκομικών με λακτόζη μειώνοντας σημαντικά τα συμπτώματα δυσανεξίας.

Επιστημονικά δεδομένα υποστηρίζουν ότι η κατανάλωση προβιοτικών μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου. Οι επιστήμονες δοκιμάζοντας εργαστηριακά την επίδραση της κατανάλωσης εμπλουτισμένων γαλακτοκομικών προβιοτικών, διαπίστωσαν ότι:
μειώθηκε η εμφάνιση όγκων σε πειραματόζωα , τα επίπεδα νιτροζαμινών( ισχυρά καρκινογόνα) , η δράση καρκινογόνων στα κόπρανα , ενώ παρατηρήθηκε εξασθένηση της ογκογόνου δράσης ορισμένων ουσιών, παρεμπόδιση της καταστροφής του DNA σε συγκεκριμένα κύτταρα του εντέρου, δέσμευση καρκινογόνων από τα κύτταρα των βακτηρίων και έλεγχος στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.
Άρα φαίνεται ότι τα προβιοτικά επηρεάζουν θετικά το γαστρεντερικό περιβάλλον μειώνοντας την έκθεση του οργανισμού στα χημικά καρκινογόνα, μέσα από μηχανισμούς αποτοξίνωσης και μεταβολισμού των καρκινογόνων ουσιών και βακτηριδίων, παράγοντας προϊόντα μεταβολισμού που θωρακίζουν το ανοσοποιητικό σύστημα απέναντι στον πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων.
Ωστόσο, οι μελέτες αυτές θα πρέπει να επιβεβαιωθούν και σε ανθρώπους για ασφαλέστερη τεκμηρίωση σχετικά με την αποτελεσματικότητα των προβιοτικών στην προστασία από τον καρκίνο.
Ένας μεγάλος αριθμός μελετών σε εργαστήρια και πειραματόζωα έδειξε καθαρά ότι τα προβιοτικά μπορούν να μεταβάλλουν ανοσολογικές παραμέτρους. Συγκρίνοντας τις μελέτες αυτές στον άνθρωπο, τα αποτελέσματα είναι ακόμη ασαφή, αλλά υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για την επίδρασή τους στο ανοσοποιητικό σύστημα μέσω της μείωσης παραγωγής φλεγμονωδών ουσιών ή της αύξησης της δράσης των κυττάρων φονιάδων (Natural Killers). Μελέτες σε ανθρώπους και πειραματόζωα έδειξαν την επίδραση του γιαουρτιού και των γαλακτοβάκιλλων στα επίπεδα συγκεκριμένων ανοσοκυττάρων όπως τα μακροφάγα και τα λεμφοκύτταρα καθώς σε ανοσολογικούς παράγοντες , όπως οι κυτοκίνες οι ανοσοσφαιρίνες και η ιντερφερόνη.
Πρόσφατη μελέτη σε έγκυες γυναίκες και νεογέννητα έδειξε την δυνατότητα των προβιοτικών μικροοργανισμών να ρυθμίζουν το ανοσοποιητικό σύστημα και να εμποδίζουν την εμφάνιση διαφόρων αλλεργιών, όπως η ατοπική δερματίτιδα.
Σχεδόν όλες οι μολύνσεις του ουρογεννητικού συστήματος προκαλούνται από μικροοργανισμούς που προέρχονται από το έντερο. Η διαταραχή της φυσιολογικής χλωρίδας του κόλπου προκαλείται από ευρέως φάσματος αντιβιοτικά, σπερματοκτόνα, ορμόνες, διατροφικές ουσίες και παράγοντες που δεν έχουν πλήρως διευκρινιστεί.
Μελέτες υποστηρίζουν ότι η πρόσληψη προβιοτικών με την τροφή, παίζει σημαντικό ρόλο στην παρεμπόδιση της εμφάνισης ουρογεννητικών διαταραχών.
Πλήθος κλινικών μελετών υποστηρίζουν ότι η κατανάλωση προβιοτικών από συγκεκριμένες καλλιέργειες λακτοβάκιλλων, μπορεί να συμβάλλει στην μείωση της αρτηριακής πίεσης και των επιπέδων της χοληστερόλης του πλάσματος ,σε άτομα με στεφανιαία νόσο, δεσμεύοντας, διασπώντας ή αφομοιώνοντας τα μόρια της χοληστερόλης για τον δικό τους μεταβολισμό Ωστόσο, τα ανωτέρω μένει να αποδειχθούν με περισσότερες μελέτες.

Συστάσεις
Πολλοί υγιείς άνθρωποι υπερκαταναλώνουν προβιοτικά προϊόντα πιστεύοντας ότι θα εξασφαλίσουν μακροζωία και θα μειώσουν τον κίνδυνο εμφάνισης διαφόρων νοσημάτων. Το σίγουρο είναι ότι η χρήση των προβιοτικών θα πρέπει να γίνεται με σύνεση, χωρίς να υποκαταστήσει τον υγιεινό τρόπο ζωής και την ισορροπημένη διατροφή, ενώ εάν πρόκειται για άτομα με κάποια νόσο, κρίνονται απαραίτητες οι συστάσεις από τον γιατρό ή τον διαιτολόγο. Γενικά η δοσολογία δεν είναι σαφής, διότι η δραστικότητά τους κυμαίνεται ανάλογα με το είδος και τον αριθμό τους σε διαφορετικά επίπεδα.
Στα συνήθη προϊόντα που κυκλοφορούν σε μορφή κάψουλας, σκόνης, ταμπλέτας, υγρών ή προσθετικά τροφίμων, οι τυπικές δόσεις κυμαίνονται από:
5 – 10 CFUs / ημέρα για παιδιά και
10 – 20 CFUs / ημέρα για ενήλικες.

Στα εμπλουτισμένα προβιοτικά γαλακτοκομικά, αυτό μεταφράζεται σε ένα γιαούρτι ή ρόφημα / ημέρα.
Τα προβιοτικά τρόφιμα για να είναι ασφαλή, θα πρέπει να έχουν ετικέτα με τις αναλυτικές πληροφορίες που απαιτούνται από τη νομοθεσία, να αναγράφεται οπωσδήποτε το είδος ή τα είδη της καλλιέργειας των βακτηριδίων που περιέχουν και να διατηρούνται σε συγκεκριμένες συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας.

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
Προβιοτικά δεν συστήνονται χωρίς ιατρική επίβλεψη σε πρόωρα βρέφη, ασθενείς με χρόνιες φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, ανσοσοκατασταλμένους , με νόσο του βραχέως εντέρου, με οξεία διάρροια καθώς και νοσηλευόμενους σε ΜΕΘ.
Τέλος , απαιτείται περισσότερη έρευνα , προκειμένου να επιβεβαιωθούν με ασφάλεια τα παραπάνω οφέλη στον άνθρωπο και να συνταχθούν οι σωστές προδιαγραφές για την αξιολόγηση και την χορήγησή τους.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Probiotics BDA, Kevin Whelan, Dietitian, Oct 2007
2. International Foundation Functional Gastrointestinal Disorders ( February 15, 2010)
3. American Journal of Clinical Nutrition, vol 71, No 6, 16825-16875, June 2000
4. Report of a joint FAO/WHO Expert Consultation on Evaluation of Health and Nutritional Properties of Probiotics in Food. (Cordoba, Argentina 1-4 Oct. 2001).
5. Functional Food Reviews, Spring 2009, Vol 1, No 1

Άννα Παπατζιάλα – Σιτζάνη
Κλινική Διαιτολόγος – Διατροφολόγος
Προϊσταμένη Τμήματος Διατροφής Αντικαρκινικού Νοσοκομείου ΜΕΤΑΞΑ
Επιστημονική Συνεργάτης FZO